Ο Θερινός Κινηματογράφος ΑΥΡΑ της Δημοτικής Εμπορικής Τουριστικής Επιχείρησης Καλαμαριάς (Δ.Ε.Τ.Ε.Κ.) Α.Ε. ΟΤΑ βρίσκεται στην πλαζ Αρετσού σε ένα ειδυλλιακό και ήσυχο περιβάλλον, δίπλα στη θάλασσα και σας προκαλεί να ζήσετε νύχτες νοσταλγίας κάτω από τα αστέρια...
Αναψυκτήριο Καλαμαριάς - Αρετσού - Τηλ.: 2310 454525
Το cine ΑΥΡΑ διαθέτει:
- Εικόνα υψηλής ποιότητας με νέα μηχανή προβολής
- Ήχο DOLBY STEREO
- BAR Αναψυκτήριο, σε ένα σύγχρονο θερινό φουαγιέ
- Τις καλύτερες ταινίες της φετινής περιόδου
- Μειωμένο εισιτήριο για μαθητές, φοιτητές και Α.Μ.Ε.Α
Η.Π.Α., 2012, Εγχρωμο
- Σκηνοθεσία: Σκοτ Μακγκίχι, Ντείβιντ Σίγκελ
- Σενάριο: Κάρολ Καρτράιτ, Νάνσι Ντόιν
- Φωτογραφία: Τζιλ Νάτγκενς
- Μοντάζ: Μαντλέν Γκάβιν
- Μουσική: Νικ Ουράτα
- Πρωταγωνιστούν: Αλεξάντερ Σκάρσγκαρντ, Τζούλιαν Μουρ, Στιβ Κούγκαν
- Διάρκεια: 99'
Αίθουσα θερινός: 21.00-23.00
Το μυθιστόρημα του Χένρι Τζέιμς, για ένα κοριτσάκι που γίνεται ο πυγμαχικός σάκος του γονικού διαζυγίου, μετουσιώνεται σε μια ταινία σοφά δομημένη γύρω από την ανήλικη (και καταπληκτική) πρωταγωνίστρια.
Θα μπορούσε να ήταν ολέθρια μελό όλο αυτό το πακετάκι. Ε, δεν είναι καθόλου. Πρωτίστως, επειδή οι τέσσερις δημιουργοί της «Μέιζι» αναπαράγουν πιστά την οπτική του βιβλίου. Που είναι η οπτική της 6χρονης ηρωίδας. Η κάμερα, πολύ συχνά, στέκει και φιλμάρει από τους γοφούς των «μεγάλων» και κάτω, ακριβώς όπως βλέπει τα πράγματα η Μέιζι, δηλαδή. Ταυτόχρονα, στην αφήγηση των σημαντικών (και συνηθέστατα τραυματικών) στιγμών παρεμβάλλονται μινυνθάδιες και φαινομενικά άσχετες μικρο-σκηνές –στο σχολείο, στο πάρκο, στο μπαλκόνι με το ποδήλατο– τονίζοντας εύστοχα τον πανανθρώπινα αποσπασματικό τρόπο με τον οποίο χτίζεται η παιδική μας ηλικία.
Εκτός από την εξιστόρηση αποκλειστικά από την πλευρά της μικρής, η ταινία ευτυχεί και λόγω των ερμηνειών. Αναμενόμενα καλή η Μουρ (πάντα διαπρέπει σε αντιπαθητικούς ρόλους), εξαιρετικός στον απρόσιτο, εγωκεντρικό κυνισμό του ο Κούγκαν, συμπαθέστατοι οι δυο «επίκτητοι» κηδεμόνες της Μέιζι. Αλλά, βέβαια, όλα τα λεφτά είναι η μικρή Απρίλε. Σοβαρή, ήμερη, φυσικότατη, με φυζίκ και εκφράσεις που απέχουν έτη φωτός από τα συνήθη παιδιά των αμερικανικών ταινιών, η νεαρότατη ηθοποιός μεταφέρει εξαιρετικά τα άφατα συναισθήματα ενός παιδιού που βιώνει όλην αυτή την ψυχική διάβρωση εν μέσω πλούτου. «Ο μπαμπάς μου παντρεύτηκε την νταντά μου, κι έτσι το δικαστήριο έβαλε τη μαμά μου να παντρευτεί τον Λίνκολν», λέει η Μέιζι παρουσιάζοντας στην τάξη της τον μπάρμαν που τη φροντίζει… Κι αυτή είναι η αλήθεια της.
Βασισμένο στο πάντα μοντέρνο και μαστόρικα «ανατομικό» μυθιστόρημα «Τι ήξερε η Μέιζι», που ο Χένρι Τζέιμς εξέδωσε το 1897, το φιλμ μεταφέρει τη δράση του στο σημερινό εύπορο Μανχάταν. Η Σουζάνα (Μουρ), μια σιτεμένη τραγουδίστρια της ροκ που καπνίζει αρειμανίως και περιστρέφει τον κόσμο όλο γύρω από την πάρτη της, τσακώνεται διαρκώς χοντρά με τον σύντροφό της, Μπιλ (Κούγκαν), έναν κυνικά υπερφίαλο άγγλο έμπορο τέχνης. Κι ενώ βρισίδι, προσβολές και διάφορα αντικείμενα (που εκσφενδονίζει εκείνη) ίπτανται θορυβωδώς στο πανέμορφο διαμέρισμά τους, η 6χρονη κόρη τους, Μέιζι (Απρίλε) τα βιώνει όλα τούτα τα άσχημα με μια εσωστρεφή στωικότητα καθώς παίζει με τα κουκλάκια της στο δωμάτιό της.
Ακολουθεί ο χωρισμός, το δικαστήριο για την επιμέλεια, κι άλλοι καυγάδες… Ο μπαμπάς παίρνει στο σπίτι του την Μάργκο (Βάντερχαμ), την νταντά της μικρής. Και αίφνης, την παντρεύεται κιόλας. Αντεκδικούμενη, η Σουζάνα πάει και παντρεύεται τον αψηλό Λίνκολν (Σκάρσγκαρντ), έναν νεότερό της μπάρμαν («Τον παντρεύτηκα για σένα», λέει η αθεόφοβη στην κορούλα της). Για να αποδειχτεί πολύ σύντομα ότι αυτοί οι δυο «ξένοι» –θες επειδή είναι φτωχότεροι, νεότεροι ή απλά πιο ώριμοι συναισθηματικά– τη νοιάζονται και τη φροντίζουν πολύ περισσότερο την Μέιζι. Την Μέιζι που οι γονείς της ξεχνάνε στην είσοδο της πολυκατοικίας, ή στο σχολείο συμπεριφερόμενοι λες και το παιδί τους είναι η παροιμιώδης κάλπικη λίρα που θέλουν να ξεφορτωθούν…
Θα μπορούσε να ήταν ολέθρια μελό όλο αυτό το πακετάκι. Ε, δεν είναι καθόλου. Πρωτίστως, επειδή οι τέσσερις δημιουργοί της «Μέιζι» αναπαράγουν πιστά την οπτική του βιβλίου. Που είναι η οπτική της 6χρονης ηρωίδας. Η κάμερα, πολύ συχνά, στέκει και φιλμάρει από τους γοφούς των «μεγάλων» και κάτω, ακριβώς όπως βλέπει τα πράγματα η Μέιζι, δηλαδή. Ταυτόχρονα, στην αφήγηση των σημαντικών (και συνηθέστατα τραυματικών) στιγμών παρεμβάλλονται μινυνθάδιες και φαινομενικά άσχετες μικρο-σκηνές –στο σχολείο, στο πάρκο, στο μπαλκόνι με το ποδήλατο– τονίζοντας εύστοχα τον πανανθρώπινα αποσπασματικό τρόπο με τον οποίο χτίζεται η παιδική μας ηλικία.
Η Μέιζι είναι εκεί. Η Μέιζι βλέπει και ακούει. Η Μέιζι δεν πολυμιλάει, όμως. Και λίγο πριν το τέλος, (το οποίο, ναι, ρέπει προς μια υπερβολικά ευτυχή συγκυρία ξεμακραίνοντας από το πνεύμα του βιβλίου), η Μέιζι ξέρει κιόλας… Και θα βγει από το καβούκι της, σιγανά και ήρεμα σαν τις χελωνίτσες που «παίζουν» πολύ στο στόρι.
Εκτός από την εξιστόρηση αποκλειστικά από την πλευρά της μικρής, η ταινία ευτυχεί και λόγω των ερμηνειών. Αναμενόμενα καλή η Μουρ (πάντα διαπρέπει σε αντιπαθητικούς ρόλους), εξαιρετικός στον απρόσιτο, εγωκεντρικό κυνισμό του ο Κούγκαν, συμπαθέστατοι οι δυο «επίκτητοι» κηδεμόνες της Μέιζι. Αλλά, βέβαια, όλα τα λεφτά είναι η μικρή Απρίλε. Σοβαρή, ήμερη, φυσικότατη, με φυζίκ και εκφράσεις που απέχουν έτη φωτός από τα συνήθη παιδιά των αμερικανικών ταινιών, η νεαρότατη ηθοποιός μεταφέρει εξαιρετικά τα άφατα συναισθήματα ενός παιδιού που βιώνει όλην αυτή την ψυχική διάβρωση εν μέσω πλούτου. «Ο μπαμπάς μου παντρεύτηκε την νταντά μου, κι έτσι το δικαστήριο έβαλε τη μαμά μου να παντρευτεί τον Λίνκολν», λέει η Μέιζι παρουσιάζοντας στην τάξη της τον μπάρμαν που τη φροντίζει… Κι αυτή είναι η αλήθεια της.
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου